Σε έναν χώρο όπου η τέχνη συναντά την επιστήμη, πραγματοποιήθηκε η έκθεση-παράσταση “Sound Motion and the Brain” του Ιωάννη Σιδηρόπουλου (Ioannis Sidiropoulos), την Πέμπτη και την Παρασκευή, 16 και 17 Νοεμβρίου, στο Southbank της Μελβούρνης.
Πρόκειται για μια πρωτοποριακή πειραματική έκθεση-παράσταση, που αποτελεί την κορύφωση μιας εκτενούς ερευνητικής πορείας, στο πλαίσιο της διδακτορικής έρευνας του Έλληνα καλλιτέχνη, προσφέροντας στο κοινό μία μοναδική αισθητηριακή εμπειρία, βασισμένη σε επιστημονικά δεδομένα.
«Αισθάνομαι απίστευτη χαρά που όλη αυτή η δουλειά έχει πάρει σάρκα και οστά», δήλωσε ενθουσιασμένος ο Ιωάννης Σιδηρόπουλος, στον «Νέο Κόσμο».
ΕΝΑ «ΠΑΡΑΘΥΡΟ» ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΝΕΥΡΟΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ
Μέσα από την εν λόγω έκθεση-παράσταση, ο Έλληνας καλλιτέχνης δημιουργεί ένα «παράθυρο» στον συναρπαστικό κόσμο της νευροεπιστήμης του εγκεφάλου υπό το πρίσμα της παραστατικής τέχνης.
Η έρευνα του Ιωάννη, εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο η μουσική και οι περιβαλλοντικοί ήχοι επηρεάζουν τη δημιουργία κινήσεων κατά τη διάρκεια του κινησιολογικού αυτοσχεδιασμού – μέσω συλλογής δεδομένων από τις αντιδράσεις (σε επίπεδο σώματος αλλά και εγκεφάλου) 11 συμμετεχόντων σε 15 ηχητικά και μουσικά ερεθίσματα.
Μετατρέποντας αυτά τα αποτελέσματα σε μια έκθεση εικόνων – η οποία περιελάμβανε διαγράμματα μελωδίας ήχων (melodic range spectrograms), χωροχρονικές παρουσιάσεις της κίνησης μέσω βίντεο (motiongram), απεικονίσεις των περιοχών του εγκεφάλου που ενεργοποιήθηκαν κατά τις πειραματικές διαδικασίες, καθώς και μια αυτοσχεδιαστική παράσταση κίνησης-χορού – η εν λόγω παραγωγή, επεδίωξε να αναδείξει τόσο την καλλιτεχνική όσο και την επιστημονική διάσταση της έρευνας, προσφέροντας στους θεατές ένα ολοκληρωμένο εικαστικό αλλά και επιστημονικό αφήγημα.
Μετά το τέλος της παράστασης, η οποία πραγματοποιήθηκε ως μία ατομική αυτοσχεδιαστική επίδειξη χορού και κίνησης από τον Ιωάννη, βασισμένη στα δεδομένα της έρευνάς του, παραχωρήθηκε επίσης χρόνος για ερωτήσεις από το κοινό (Q&A).
Ο Έλληνας καλλιτέχνης εξέφρασε επίσης τις ευχαριστίες του προς τους ακαδημαϊκούς του συμβούλους και συγκεκριμένα «τον Δρ. Roger Alsop και τον Δρ. Bradford Moffat, οι οποίοι με την συνεχή καθοδήγηση και υποστήριξή τους όλα αυτά τα χρόνια, συνέβαλλαν καθοριστικά στην ολοκλήρωση του καλλιτεχνικού μέρους του διδακτορικού», όπως επίσης και τους φίλους, την οικογένειά του, τους συμμετέχοντες των πειραμάτων, αλλά και όλους όσους «συμβάλλουν καθημερινά ως προς την επιτυχή ολοκλήρωση της διδακτορικής διατριβής».
ΜΙΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ, ΜΕ ΕΠΙΡΡΟΕΣ ΑΠΟ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ
Η παρουσίαση του συγκεκριμένου έργου αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό ορόσημο στην ακαδημαϊκή και καλλιτεχνική πορεία του Ιωάννη Σιδηρόπουλου, καθώς όπως ο ίδιος αναφέρει, η έρευνά του «κατακερματίστηκε από τον κορονοϊό», κατά τη διάρκεια μίας περιόδου όπου τα περιοριστικά μέτρα της πανδημίας, συνέπεσαν με μία ιδιαίτερα «δημιουργική και κομβική στιγμή» στη ζωή του Έλληνα καλλιτέχνη.
«Αυτό κάνει ακόμα μεγαλύτερο τον ενθουσιασμό, το ότι παρόλες τις αντιξοότητες και δυσκολίες, είμαι εδώ, είμαι καλά, με την ομάδα και τους καθηγητές μου και [το έργο] είναι έτοιμο να ‘ανοίξει’ για το κοινό».
Ο Ιωάννης Σιδηρόπουλος είναι ηθοποιός, χορευτής, δημιουργός ταινιών (filmmaker), εκπαιδευτικός, συγγραφέας και διδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης – Victorian College of the Arts, όπου έγινε δεκτός με υποτροφία από το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης αλλά και με υποτροφία από το Ίδρυμα Α.Γ. Λεβέντη στην Ελλάδα.
Σπούδασε υποκριτική και αποφοίτησε με άριστα από την Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης στην Αθήνα – μία περίοδο η οποία αποτέλεσε κομβικό σημείο έμπνευσης, για την παρούσα έρευνά του, καθώς έπιασε τον εαυτό του να αναρωτιέται για το «τι συμβαίνει στον εγκέφαλό μας όταν ακούμε τους ίδιους ήχους και τη μουσική, και κινούμαστε εντελώς διαφορετικά».
Γεννημένος στην Καστοριά και μεγαλώνοντας με επιρροές από τους χορούς της Δυτικής Μακεδονίας, ο πολυτάλαντος καλλιτέχνης αναφέρει ότι η κίνηση «υπήρχε από πάντα» στη ζωή του, καθώς οι παραδοσιακοί χοροί αποτελούν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής κουλτούρας, οι οποίοι, όπως παραδέχεται, έδωσαν «το ρυθμό» στο σώμα του.
Η αγάπη του για τον παραδοσιακό ελληνικό χορό, εξελίχθηκε με τον χρόνο, καθοδηγώντας τον να σπουδάσει σωματικό θέατρο (physical theatre) στην Αγγλία, όπου και απέκτησε το Master of Art στο Physical Acting and Performance με διάκριση από το Πανεπιστήμιο του Kent στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Επιπλέον, έχει διδάξει θεατρολογία, κινησιολογία και δημιουργική γραφή στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο, και έχει πραγματοποιήσει βιωματικά εργαστήρια χοροθεατρικού αυτοσχεδιασμού, ενώ πρόσφατα, δίδαξε και στο Victorian College of the Arts, στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης.
Από το 2010 εργάζεται ενεργά στον τομέα των παραστατικών τεχνών ως ηθοποιός, χορευτής, δημιουργός ταινίας (filmmaker), καλλιτεχνικός δημιουργός, σκηνοθέτης και πειραματικός καλλιτέχνης στην Ελλάδα, την Αγγλία, τη Σκωτία, τη Σουηδία, τις ΗΠΑ και την Αυστραλία, συμμετέχοντας σε φεστιβάλ παραστατικών τεχνών και κινηματογραφικών ταινιών- χορού παγκοσμίως.
ΑΔΡΑΖΟΝΤΑΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΣ
Μετά την αποφοίτησή του από τη δραματική σχολή στην Αθήνα, υπέβαλε αίτηση για να συμμετάσχει σε ένα από τα μεγαλύτερα διεθνή προγράμματα καλοκαιριού (international summer program) στην Αμερική, υπό την καθοδήγηση του Αμερικανού σκηνοθέτη Robert Wilson, ο οποίος το 2012, δημιούργησε μία πρωτότυπη παράσταση στην ελληνική γλώσσα, με Έλληνες ηθοποιούς, για το Εθνικό Θέατρο.
Η αίτησή του για συμμετοχή έγινε δεκτή, και η εμπειρία που αποκόμισε από το εν λόγω πρόγραμμα – το οποίο περιείχε σεμινάρια και ομιλίες από την εικαστική καλλιτέχνιδα Marina Abramovich – αποτέλεσε μία «εξαιρετική εμπειρία» και «μαγική στιγμή», ενισχύοντας ακόμη περισσότερο την ανάγκη του να «ανοίξει τα φτερά» του και να αδράξει «κάθε ευκαιρία παγκοσμίως».
Μάλιστα, στο πλαίσιο μίας εκδήλωσης που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου προγράμματος, του δόθηκε η ευκαιρία να παρουσιάσει τα έργα του μπροστά σε διάσημες προσωπικότητες όπως η Lady Gaga, ο Hugh Jackman, και η Winona Ryder.
Η καλλιτεχνική του φύση και το ακαδημαϊκό ενδιαφέρον, τον οδήγησαν τελικά στην Αυστραλία, καθώς κατά τη διάρκεια της έρευνάς του στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης στη Σκωτία, υπέβαλε αρκετές αιτήσεις, μεταξύ των οποίων ήταν και η αίτησή του για το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης στο Victorian College of the Arts, η οποία έγινε δεκτή με υποτροφία.
Εν μέσω του διδακτορικού του ταξιδιού στην Αυστραλία, και παρά τις «παρεμβολές» της πανδημίας, ο Ιωάννης Σιδηρόπουλος, διατήρησε ακέραιο το καλλιτεχνικό του πνεύμα, εκδίδοντας επίσης την πρώτη του ποιητική συλλογή στην Ελλάδα με τίτλο «Ανθρώπων Σχέσεις», την οποία πρόκειται να παρουσιάσει αυτό το Σαββατοκύριακο 25-26 Νοεμβρίου, στην Έκθεση Ελληνικού Βιβλίου 2023 στο Ελληνικό Κέντρο Σύγχρονου Πολιτισμού, στη Μελβούρνη.