Γιάννης Γεωργακάς: Η συναρπαστική ιστορία του φτωχού χωριατόπαιδου που δημιούργησε το ΜΙΝΙΟΝ

0
22

Γεννημένος το 1913 σε χωριό της Ολυμπίας, από πάμφτωχη οικογένεια.

Ο πατέρας του Μήτσος, χρόνια μετανάστης στην Αμερική, κατάφερε, επιστρέφοντας, να αγοράσει μαζί με τον αδερφό του ένα μαγαζάκι στην πλατεία του χωριού.

Κάποια νύχτα όμως ληστές σήκωσαν τα πάντα και εξαφανίστηκαν με τα άλογά τους και κάπως έτσι η οικογένεια βρέθηκε στο μηδέν.

Η «επιχείρηση» καταστράφηκε και ο Μήτσος Γεωργακάς για να ζήσει την πολυμελή οικογένειά του (έξι κορίτσια και ο Γιάννης) μάζεψε μερικά νεογέννητα αρνάκια, έφτιαξε μια μικρή στάνη και συνέχισε να βρίσκει τις λύσεις στη δύσκολη εποχή εκείνη.

Το 1926 η οικογένεια αποφάσισε να στείλει τον γιό τους Γιάννη στην Αθήνα, ώστε να δουλέψει στο μπακάλικο του θείου του.

Τα πρώτα χρόνια στην Αθήνα

Ο Γεωργακάς στα 13 του λοιπόν καταφθάνει μόνος στην Αθήνα για να αναζητήσει καλύτερη τύχη.

Τα επόμενα χρόνια θα εργαστεί στο μπακάλικο ενός θείου του, ως σερβιτόρος στην πλατεία Βάθης, σε πρατήριο τσιγάρων και ως τσιλιαδόρος ενός παπατζή.

Διψώντας, πάντως, για γνώση, γράφεται σε νυχτερινό σχολείο για εμποροϋπαλλήλους – στη διάρκεια της ζωής του θα αποκτήσει δύο πανεπιστημιακά διπλώματα, ένα στα 45 και το άλλο στα 83 του χρόνια.

Μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας αρχίζει να δουλεύει πλασιέ με το ποδήλατό του, προμηθεύοντας με μικροπράγματα τα περίπτερα.

Το μικρό περίπτερο που έγινε το Μινιόν 

Ο νεαρός θα γοητευτεί από ένα περίπτερο στα Χαυτεία, το Μινιόν (από το ομηρικό «μινύος» που σημαίνει πολύ μικρός), το οποίο διέφερε από τα υπόλοιπα, αφού διέθετε μια ευρεία γκάμα προϊόντων, όπως τσιγάρα, εφημερίδες, στυλό, γυαλιά, είδη καπνού και μια σειρά από χρηστικά μικροαντικείμενα.

Κάπου εδώ ξεκινάει η επιχειρηματική δράση του Γεωργακά, ο οποίος πείθει τον ιδιοκτήτη του Μινιόν, Άγγελο Σεραφειμίδη, άρτι αφιχθέντα από την Αμερική, να συνεταιρισθούν.

Οι δύο συνεταίροι υιοθετούν πρωτοποριακές πρακτικές για να προσελκύσουν πελατεία.

Όπως χαρακτηριστικά έγραψε αρκετά αργότερα ο Γεωργακάς στην αυτοβιογραφία του:

«Πουλούσαμε πακετάκια με δέκα λάμες, αντί να πουλάμε ένα ένα τα ξυραφάκια, σε καλές τιμές. Για τον κοσμάκη, αυτό ήταν μεγάλη οικονομία.

Φθάσαμε να πουλάμε χίλια πακετάκια τη μέρα!».

Σύντομα θα ανοίξουν ένα ακόμη περίπτερο και λίγο αργότερα το πρώτο τους κατάστημα, στα Χαυτεία.

Μετά τον πόλεμο, οι δύο συνεταίροι είναι πια έτοιμοι για το μεγάλο άλμα, ανοίγοντας το 1944 το Μινιόν, στην Πατησίων.

Όμως ο Γεωργακάς θα μείνει μόνος, αφού ο Σεραφειμίδης αποχωρεί από την εταιρεία και αναχωρεί στην Αμερική.

Αυτό, βέβαια, δεν θα πτοήσει τον φιλόδοξο επιχειρηματία, ο οποίος σύντομα θα ξεδιπλώσει το επιχειρηματικό του ταλέντο.

Ο πρώτος ανταγωνιστής 

Η πολυπόθητη απελευθέρωση ήρθε το 1944, με τον  Εμφύλιο να ακολουθεί.

Το κατάστημα βρισκόταν στο κυβερνητικό στρατόπεδο αλλά οι αποθήκες του στους αντάρτες έτσι τα εμπορεύματα του «Μινιόν» κατασχέθηκανι, ενώ απέναντί τους εμφανίστηκε και ο πρώτος ισχυρός ανταγωνιστής, το «Μπιζού», που αντέγραφε τις μεθόδους του «Μινιόν».

Μόλις ηρέμησαν τα πράγματα, το 1950, αιτήθηκε άδεια, εξαγωγής ελληνικών προϊόντων και εισαγωγής ξένων.

Στο τέλος της δεκαετίας είχε αγοράσει ένα ολόκληρο δεκαώροφο κτίριο, (πάντα κοντά στην Ομόνοια)  και λίγο μετά αγόρασε και το διπλανό του.

Η ανάπτυξη της επιχείρησης

Ζητάει και παίρνει άδεια εξαγωγής ελληνικών και εισαγωγής ξένων προϊόντων, ενώ μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50 θα αγοράσει ένα δεκαώροφο κτίριο, πάντα κοντά στην Ομόνοια, και λίγο μετά αγοράζει και το διπλανό του.

Η δικτατορία βρίσκει το Μινιόν να είναι το μεγαλύτερο κατάστημα της Αθήνας και με σημαντική κερδοφορία.

Όντας δημοκράτης, ο ιδρυτής του, τις ημέρες του Πολυτεχνείου, προσφέρει καταφύγιο σε δεκάδες φοιτητές που προσπαθούν να ξεφύγουν τη σύλληψη, δίνοντάς τους να φορέσουν ρούχα υπαλλήλων του καταστήματος.

Τη δεκαετία του ’70, το Μινιόν έχει πια μετατραπεί σε ένα τεράστιο σύγχρονο πολυκατάστημα, το ενδέκατο μεγαλύτερο σε μέγεθος σε όλη την Ευρώπη, με ετήσιες πωλήσεις που προσεγγίζουν το ένα δισεκατομμύριο δραχμές.

Αναδεικνύεται σε σήμα κατατεθέν της πρωτεύουσας, όπου κάποιος θα μπορούσε να βρει –σε προσιτές τιμές- από καρφίτσες και τρόφιμα μέχρι ηλεκτρονικά και αυτοκίνητα, ενώ αναμφίβολα καταφέρνει να συνδεθεί με τις ομορφότερες στιγμές στη ζωή των Αθηναίων.

Γιορτές στο Μινιόν 

Τις γιορτές πλήθος κόσμου συρρέει για να φωτογραφηθεί με τον Άγιο Βασίλη, αλλά και να γνωρίσουν τον ευγενέστατο κύριο, τον ίδιο τον ιδρυτή, που ήταν πάντα εκεί μοιράζοντας σοκολάτες στα παιδιά.

Βέβαια, για να τα καταφέρει όλα αυτά, ο Γεωργακάς είχε αποδείξει ότι ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του.

Οι καινοτομίες

Δεν ήταν τυχαίο ότι το Μινιόν ήταν το πρώτο κατάστημα στην Ελλάδα που καθιέρωσε τις ετήσιες εκπτώσεις, κατήργησε τα παζάρια θέτοντας καθορισμένες τιμές, καθιέρωσε τη διαφήμιση στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση, εγκατέστησε κυλιόμενες σκάλες, χρησιμοποίησε Η/Υ, εισήγαγε τη λίστα αγορών και τη λίστα γάμου, εγκατέστησε κλιματιστικό και λειτούργησε στις εγκαταστάσεις του κομμωτήριο, καφετέρια, εστιατόριο, μπαρ, ακόμα και ταξιδιωτικό γραφείο.

Ο εμπρησμός το 1980

Ήταν παραμονές Χριστουγέννων του 1980, όταν ένας εμπρησμός θα αποτελέσει το εφαλτήριο για την πτώση του ιστορικού ονόματος.

Τρεις ώρες μετά τα μεσάνυχτα, εκείνης της Παρασκευής, ακούγονται εκρήξεις και τα πολυκαταστήματα τυλίγονται στις φλόγες, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, όπως περιέγραψαν αυτόπτες μάρτυρες.

Η πυρκαγιά ξεκινά από τους υψηλότερους ορόφους, όπου βρίσκονται τα πλέον εύφλεκτα υλικά, γεγονός που βεβαιώνει ότι πρόκειται για εμπρησμό.

Η ηλεκτροδότηση στην περιοχή της Ομόνοιας διακόπτεται, καθώς κατέρρευσαν οι κολώνες της ΔΕΗ μπροστά στα δύο καταστήματα.

Σαράντα δύο οχήματα με 135 άνδρες της πυροσβεστικής και όλοι οι μαθητές της Πυροσβεστικής σχολής καταφθάνουν στο σημείο, όμως η καταστροφή είναι εκτεταμένη.

Από το «Μινιόν» έχει απομείνει μόνο ο σκελετός του κτιρίου ενώ το «Κατράντζος» καταρρέει. Η πυροσβεστική υπολογίζει ότι οι ζημίες ανέρχονται στα δύο δισ. δραχμές.

Μετά την καταστροφή

Ο Γιάννης Γεωργακάς είχε ξεκινήσει εκείνη την εποχή την πολιορκία του τότε πρωθυπουργού Γεωργίου Ράλλη, που του υποσχόταν αμέριστη συμπαράσταση.

Οι υπουργοί του όμως δεν έδειχναν τον ίδιο ενθουσιασμό και πάντα έβρισκαν έναν τρόπο να μπλοκάρουν τα δάνεια που χρειαζόταν.

Εκείνος, έστω και υπερχρεωμένος, είχε αρχίσει να ξαναχτίζει το κατάστημα.

Είχε ζητήσει βοήθεια από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, Πρόεδρο τότε της Δημοκρατίας.

Λίγο πριν από τις εκλογές πήρε ενίσχυση 70 εκατομμύρια δραχμές.

Το 1981 η κυβέρνηση άλλαξε και ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε την ηγεσία της χώρας.

Η συνάντηση τους ήταν μία όπου και του υποσχέθηκε βοήθεια και λίγο αργότερα εγκρίθηκε ένα δάνειο 100 εκατομμυρίων δραχμών.

Την εποχή εκείνη ο κ. Γιάννης ήταν 70 ετών, με πείσμα όμως και επιμονή έφηβου και καθώς τα χρήματα δεν έφταναν ξεκίνησε να καταδιώκει τον Ανδρέα Παπανδρέου ώστε να βοηθήσει στα επόμενα δάνεια.

Είχαν βρεθεί μία φορά στη Βιέννη, ήταν τότε μια επίσημη επίσκεψη του πρωθυπουργού, ενώ ακόμα και στις στις διακοπές του στην Κέρκυρα του συζητούσε πως θα καταφέρει να ξανακάνει το Μινιόν όπως ήταν πριν..

Ο Ανδρέας Παπανδρέου είπε στους υπουργούς που τον συνόδευαν: «να φροντίσετε να λυθούν τα προβλήματα του Μινιόν»

Το νέο Μινιόν και η αποχώρηση

Το 1983 περνάει στα χέρια τού κράτους, αφού εντάχθηκε στις λεγόμενες «προβληματικές επιχειρήσεις», όμως εξακολουθεί να παραμένει στάσιμο σε μια εποχή όπου οι εξελίξεις είναι ραγδαίες, καθώς κάνουν την εμφάνισή τους τα πρώτα shop in shop καταστήματα, που σύντομα θα άλλαζαν την εικόνα του λιανεμπορίου.

Σε μια απέλπιδα προσπάθεια, ο Γεωργακάς, μαζί με μια ομάδα επιχειρηματιών, αποκτά ξανά, το 1991, τον έλεγχο του «παιδιού» του.

Ένα χρόνο μετά, όμως, καταπονημένος σωματικά και ψυχικά και σε προχωρημένη ηλικία, στα 79 του, αποφασίζει να αποχωρήσει πουλώντας το μερίδιό του.

Το Μινιόν, που πλέον αδυνατεί να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, αρχίζει να απευθύνεται σε ένα διαφοροποιημένο κοινό, με ελαφρώς αυξημένες τιμές.

Το λουκέτο 

Αδυνατώντας να ανταγωνιστεί τα πιο φθηνά καταστήματα, κυρίως τον Λαμπρόπουλο, και έχοντας να αντιμετωπίσει μια σειρά από δυσμενείς καταστάσεις, όπως προβλήματα ρευστότητας, κακές σχέσεις με προμηθευτές, αλλά και την αποκάλυψη κυκλώματος εκβιασμών, που λειτουργούσε στον ημιώροφο του κτιρίου, το «μεγαλύτερο μεγάλο κατάστημα», που στην εποχή της ακμής του θα απασχολούσε 1.000 υπαλλήλους και θα διέθετε 120.000 διαφορετικά είδη, θα έβαζε λουκέτο το 1998.

Ο θάνατος

Ο Έλληνας επιχειρηματίας έφυγε στις 14 Ιουνίου του 2002 στα 90 του έχοντας την γυναίκα του Αμαλία στο πλευρό του. Δεν είχε αποκτήσει παιδιά.

Αν και σήμερα το Μινιόν αναμένεται να ανοίξει ξανά τις πόρτες του, ο ιδρυτής του, ο Ιωάννης Γεωργακάς, δεν θα είναι εκεί για να το δει.

Πηγή